Από τη μια πλευρά είναι οι κατασκευαστικές εταιρείες που δρουν σαν συμμορίες.
Από την άλλη χιλιάδες πολίτες, θύματα των αναγκαστικών εξώσεων, που χάνουν τα σπίτια τους με τη βία. Η έκρηξη της οικιστικής ανάπτυξης στην Κίνα έχει τα χαρακτηριστικά ενός πολέμου. Με τους αδύνατους να έχουν στο πλευρό τους σχεδόν μόνο έναν μπλόγκερ.
Στις αρχές της περασμένης εβδομάδας εκατοντάδες άνθρωποι, αγρότες στην πλειονότητά τους, βγήκαν στους δρόμους της πόλης Σουζχού ζητώντας αποζημιώσεις για τα σπίτια και τη γη που τους είχαν δοθεί πολλά χρόνια πριν και τώρα υποχρεώνονταν να τα επιστρέψουν στο όνομα της ανάπτυξης. Στο αίτημά τους οι δυνάμεις της τάξης απάντησαν με βία: «Είμαστε απλοί άνθρωποι που διεκδικούν τα δικαιώματά τους. Αλλά η κυβέρνηση μας συλλαμβάνει και μας χτυπάει», έλεγε ένας κάτοικος. Οι διαδηλώσεις σταμάτησαν όταν το κινεζικό καθεστώς έστειλε δυνάμεις στην περιοχή, έδρα πολλών ξένων εργοστασίων, για να ενισχύσουν την τοπική Αστυνομία. Η διαμαρτυρία, πάντως, έφερε αποτέλεσμα: οι κατεδαφίσεις σταμάτησαν και δυο τοπικοί αξιωματούχοι παύθηκαν από τα καθήκοντά τους με την υποψία της διαφθοράς.
Αυτού του είδους οι μάχες είναι όλο και πιο συχνές το τελευταίο διάστημα στην Κίνα, καθώς ολόκληρες συνοικίες με παλιά σπίτια κατεδαφίζονται για να δώσουν τη θέση τους σε...
εργοστάσια, συγκροτήματα γραφείων, γήπεδα γκολφ και ό,τι άλλο απαιτεί η σύγχρονη οικιστική ανάπτυξη. Σε κάποιες περιπτώσεις, οι άνθρωποι που χάνουν από τη μια στιγμή στην άλλη τα σπίτια τους δεν αρκούνται σε διαδηλώσεις. Πριν από μερικούς μήνες ένας βιοτέχνης ανέβηκε στην ταράτσα του σπιτιού του, άναψε ένα σπίρτο και τυλίχθηκε στις φλόγες, με τους αστυνομικούς να κοιτάζουν από κάτω. Στο ίδιο απονενοημένο διάβημα προχώρησε κι ένας αγρότης την ώρα που οι μπουλντόζες γκρέμιζαν το σπίτι του.
Τα θύματα αυτής της ταχύτατης ανάπτυξης δεν έχουν παρά να υπολογίζουν σε έναν άνθρωπο που κάνει ό,τι μπορεί για να τους υπερασπιστεί. Ο Τανγκ Τζισούν, ένας 35χρονος διοπτροφόρος που εργάζεται σε ινστιτούτο Βιολογίας στα περίχωρα του Πεκίνου, δημιούργησε στο Διαδίκτυο ένα μπλογκ στο οποίο δημοσιεύει περιστατικά αναγκαστικών εξώσεων και παρέχει συμβουλές στις οικογένειες που ζητούν αποζημιώσεις. Ο Τζισούν αυτοπροσδιορίζεται στην επαγγελματική του κάρτα ως «η οργή του απλού ανθρώπου» και περιγράφει τον εαυτό του ως τον «διαχειριστή ενός ειδικού μπλογκ» και ως «ηγ έτη μιας ομάδας που συζητά για ζητήματα τα οποία απασχολούν τους πιο απλούς ανθρώπους». Μιλώντας στους «Τimes» δηλώνει ότι το φόρουμ συζητήσεων που διατηρούσε στο Διαδίκτυο έκλεισε από τις κινεζικές αρχές. «Με αφήνουν ακόμη να έχω το μπλογκ μου», προσθέτει.
Με δεδομένο ότι το κομμουνιστικό καθεστώς απαγορεύει τη δημιουργία οποιασδήποτε οργάνωσης που θα αμφισβητούσε την εξουσία του, το μπλογκ του 35χρονου βιολόγου μοιάζει να είναι μια εντελώς ασυνήθιστη περίπτωση. Γιος αγρότη, ο Τζισούν αποδίδει την επιβίωσή του στη σύνεση. Αρχισε να γράφει για τις αναγκαστικές εξώσεις το 2007, όταν οι κατασκευαστικές εταιρείες επιχείρησαν να κατεδαφίσουν ολόκληρο το χωριό του, το οποίο στέκεται εμπόδιο στην επέκταση της πρωτεύουσας της Κίνας. Από τις 800 οικογένειες έμειναν στην περιοχή μόλις 32. Ο ίδιος και οι εναπομείναντες κάτοικοι δήλωσαν ότι δεν πρόκειται να μετακινηθούν χωρίς να αποζημιωθούν. Πριν από δύο χρόνια του προσφέρθηκε μια αποζημίωση ύψους 11.000 γιουάν (1.250 ευρώ) ανά τετραγωνικό μέτρο. Οι κατασκευαστές δεν ξανακούστηκαν από τότε. Εμφανίστηκαν μόνο τον περασμένο Μάρτιο, με ένα φυλλάδιο που έλεγε ότι τα σπίτια στο χωριό ήταν αυθαίρετα και ότι οι ένοικοί τους έπρεπε να φύγουν.
Κόκκινη μπογιά. Στους πλίνθινους τοίχους των σπιτιών η λέξη «κατεδάφιση» γράφεται με κόκκινη μπογιά. Ο Τζισούν ξέρει ότι είναι ζήτημα χρόνου να αρχίσουν το έργο τους τα συνεργεία κατεδάφισης. Αυτήν τη φορά έχουν έρθει εξοπλισμένα με πυροσβεστήρες. Ο θαρραλέος μπλόγκερ, πάντως, φοβάται ότι οι γείτονές του θα προχωρήσουν σε ακραίες αντιδράσεις. Ολοι μπορούν να φανταστούν τι εννοεί. Η αυτοπυρπόληση του 47χρονου επιχειρηματία Τανγκ Φουτζχέν πήρε τεράστιες διαστάσεις στην Κίνα. Και ο θάνατός του δύο εβδομάδες αργότερα, ανάγκασε το καθεστώς να θεσπίσει νέους κανόνες για να προστατεύσει τους απλούς πολίτες από αδίστακτους εργολάβους. Σύμφωνα με αυτούς τους κανόνες, οι ένοικοι πρέπει να αποζημιώνονται με την εμπορική αξία του ακινήτου τους και στα συνεργεία κατεδάφισης απαγορεύεται να κόβουν τις παροχές νερού και ρεύματος ή να απειλούν με βία όσους αρνούνται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Παρ΄ όλα αυτά, και με τη βοήθεια μιας μίζας, πολλοί κρατικοί αξιωματούχοι παρακάμπτουν τους νέους κανόνες δίνοντας άδειες σε κατασκευαστικές εταιρείες και συντηρώντας έναν φαύλο κύκλο διαφθοράς.
Αναφορές χωρίς σχόλια. Ο Τανγκ Τζισούν ξέρει ότι η εκστρατεία που άρχισε στο πλευρό των αδυνάτων ενέχει πολλούς κινδύνους. Στο μπλογκ του είναι πολύ προσεκτικός, αναφέρεται μόνο σε γεγονότα και αποφεύγει τα σχόλια. Ακόμη κι έτσι όμως, οι αρχές έχουν διαγράψει κάποια από τα κείμενά του. Αυτό που ελπίζει είναι ότι η όλο και πιο μεγάλη φήμη του θα του προσφέρει κάποιο είδος προστασίας. Και επιμένει να δρα μόνος, καθώς γνωρίζει ότι εάν συνεργαστεί με άλλους μπλόγκερ είναι πολύ πιθανό να υποστεί την οργή του καθεστώτος. «Στην Κίνα δεν θα ήταν καθόλου φρόνιμο», λέει στη βρετανική εφημερίδα.
Ξηλώνουν και την παράδοση
Αυτοί που απειλούνται, πάντως, από αυτού του τύπου την ανάπτυξη δεν είναι μόνον οι απλοί άνθρωποι που υπερασπίζεται ο Τανγκ Τζισούν αλλά και παραδοσιακά κτίσματα του αρχαίου Πεκίνου. Οι υπερασπιστές της πολιτιστικής κληρονομιάς της Κίνας έχουν εξοργιστεί με την ευκολία με την οποία μετατρέπονται σε χαλάσματα από τις μπουλντόζες εκατοντάδες παλιά σπίτια με αυλές και στενά δρομάκια του μεσαιωνικού παρελθόντος της πρωτεύουσας της Κίνας, μόλις λίγα χιλιόμετρα από την Απαγορευμένη Πόλη. Οι τοπικές αρχές θέλουν να παραδώσουν την περιοχή στην εμπορική εκμετάλλευση σχεδιάζοντας μεταξύ άλλων την κατασκευή ενός υπόγειου εμπορικού κέντρου, ενός πάρκινγκ κι ενός μουσείου. Μόνο για τη μετακίνηση των 600.000 κατοίκων δαπανήθηκαν 500 εκατομμύρια γιουάν. Ηταν η πρώτη δόση για την πλήρη εξαφάνιση ενός γοητευτικού παρελθόντος.
ΤΑ ΝΕΑ